- χαρακτηρογράφος
- ο, η, Ναυτός που ασχολείται συστηματικά με την περιγραφή χαρακτήρων, ηθών και εθίμων.[ΕΤΥΜΟΛ. < χαρακτήρας + -γράφος*. Η λ. μαρτυρείται από το 1884 στον Ηλ. Ωρολογά Δασσαρήτη].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.